Το πρωί δημόσιοι υπάλληλοι, το απόγευμα προπονητές

Δύο παράλληλες έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη από τον Γενικό Ελεγκτή και το υπουργείο Εργασίας της Κύπρου.

Ο λόγος, οι καταγγελίες που διατυπώθηκαν ονομαστικά εναντίον υπαλλήλων του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης της Κύπρου, οι οποίοι, φέρονται να ασκούν παράνομα το επάγγελμα του προπονητή ποδοσφαίρου.

Ο ονομαστικός κατάλογος που κοινοποιήθηκε στη Βουλή και στα κοινοβουλευτικά κόμματα της Κύπρου, περιλαμβάνει 60 ονόματα υπαλλήλων που σύμφωνα με τις καταγγελίες, φέρονται κατά την περσινή χρονιά να εργάζονταν ως προπονητές ποδοσφαίρου σε ομάδες διαφόρων κατηγοριών και κυρίως, στις ακαδημίες τους.

Μάλιστα, στην επιστολή καταγράφονται και οι ομάδες όπου εργάζονταν με την επισήμανση, ότι ο κατάλογος «αποτελεί ένα μικρό δείγμα».

Μεταξύ άλλων, στον κυπριακό κατάλογο περιλαμβάνονται ονόματα εκπαιδευτικών, αστυνομικών, στρατιωτικών, πυροσβεστών, δεσμοφυλάκων, υπαλλήλων του Κτηματολογίου, της ΑΗΚ, της ΑΤΗΚ και δήμων.

Η επιστολή είναι ανώνυμη αλλά οι συντάκτες της παραδέχονται ότι προέρχονται από τον ίδιο χώρο, είναι δηλαδή, επαγγελματίες προπονητές ποδοσφαίρου στην Κύπρο και στόχο έχουν με τις καταγγελίες τους, όπως αναφέρουν, να αναδείξουν το θέμα του αθέμιτου ανταγωνισμού που υφίστανται και να στηλιτεύσουν, παράλληλα, την ανοχή που επιδεικνύουν στο θέμα οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες.

Μεταξύ άλλων, στην επιστολή τους καταγγέλλουν τα εξής:

Οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν εξασφαλισμένο σταθερό εισόδημα και οι περισσότεροι είναι με ψηλούς μισθούς. Ως εκ τούτου, αποδέχονται να εργάζονται με σαφώς λιγότερα χρήματα απ’ ό,τι οι προπονητές που ασχολούνται αποκλειστικά με το αντικείμενο.

Δημόσιοι υπάλληλοι αποδέχονται να κατατίθενται στην Κυπριακή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου συμβόλαια μισθοδοσίας με αστεία ποσά (γίνεται λόγος ακόμη και για περιπτώσεις των €20 και €50 τον μήνα) για δύο λόγους: Πρώτο, για σκοπούς φοροδιαφυγής και δεύτερο, για να μην επιβαρύνονται οι ομάδες – σωματεία με ποσά που θα πρέπει να καταβληθούν στο κράτος, όπως είναι για παράδειγμα η καταβολή κοινωνικών ασφαλίσεων, φόρου εισοδήματος κ.ά.

Ποδοσφαιρικά σωματεία επιδιώκουν να προσλαμβάνουν τέτοιους εξασφαλισμένους προπονητές, διότι πληρώνουν λιγότερα ως αμοιβή και παράλληλα, έχουν το πάνω χέρι σε περίπτωση αποδέσμευσης – απόλυσης τους. Με κατατεθειμένα στην ΚΟΠ συμβόλαια πολύ χαμηλότερα απ’ ό,τι οι πραγματικές τους απολαβές, δεν υπάρχουν περιθώρια για δικαστική επίλυση στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν οφειλές από πλευράς των ποδοσφαιρικών ομάδων, ενώ αφήνεται μετέωρη η απειλή και ο εκβιασμός εναντίον αυτών των προπονητών ότι σε περίπτωση που αντιδράσουν θα γίνει γνωστό ότι ασκούσαν δεύτερο επάγγελμα με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Ένας προπονητής που αντιμετωπίζει με επαγγελματισμό το ποδόσφαιρο και σέβεται τον θεσμό του προπονητή αλλά και τον εαυτό του ως προσωπικότητα, δεν είναι αρεστός. Και αυτό, διότι επιδιώκει να εξασφαλίζει γι’ αυτόν και την οικογένεια του έναν καλό μισθό που θα καλύπτει τις ανάγκες του, αλλά ταυτόχρονα και τις υποχρεώσεις του προς το κράτος, όπως και τα συνταξιοδοτικά του ωφελήματα. Αυτοί οι προπονητές έχουν, πλέον, απομονωθεί από τις ομάδες.

«Όλα τα παραπάνω δημιουργούν τον αθέμιτο ανταγωνισμό στον οποίο αναφερόμαστε με την ανοχή των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών και ομοσπονδιών που σφυρίζουν αδιάφορα», σημειώνεται στην επιστολή. Με τα πρόσωπα που βρίσκονται πίσω από τις καταγγελίες να υποδεικνύουν τα εξής:

«Για να μην υποστηρίξουν κάποιοι ότι υπάρχει διαμάχη μεταξύ των προπονητών, σας αναφέρω ότι όλοι θέλουν να μπει μια τάξη ακόμα και δημόσιοι υπάλληλοι που σέβονται το επάγγελμα του προπονητή. Επιζητούν και αυτοί ρυθμίσεις τέτοιες, ώστε, να εξασκούν το επάγγελμα αλλά ταυτόχρονα, να απομονωθούν οι “καλοθελητές” και οι “ευκαιριακοί” προπονητές που απλά θέλουν να έχουν τον τίτλο του προπονητή για να συστήνονται στις καφετέριες».

Αξίζει να σημειωθεί, ότι η επιστολή με τις παραπάνω καταγγελίες κοινοποιήθηκε στο Τμήμα Φορολογίας, στις Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στην ΚΟΠ, στην Παγκύπρια Ομοσπονδία Ακαδημιών Ποδοσφαίρου και στο Σύνδεσμο Κυπρίων Προπονητών Ποδοσφαίρου.

ΕΡΕΥΝΩΝΤΑΙ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΩΞΕΙΣ

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης απέστειλε τον εν λόγω ονομαστικό κατάλογο σε υπουργεία, κυβερνητικές υπηρεσίες, ημικρατικούς οργανισμούς και δήμους, ζητώντας να του επιβεβαιώσουν κατά πόσο τα ονόματα που αναγράφονται στον κατάλογο είναι όντως υπάλληλοι τους, δίνοντάς τους προθεσμία για να απαντήσουν γραπτώς μέχρι τις 15/9/2017.

Ακολούθως, για όσους διαπιστωθεί ότι είναι υπάλληλοι του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, θα διερευνηθεί κατά πόσο εξασφάλισαν την απαιτούμενη άδεια για να ασκούν δεύτερο επάγγελμα, όπως ορίζει η κείμενη νομοθεσία.

Σε αντίθετη περίπτωση, οι εν λόγω υπάλληλοι θα διωχθούν πειθαρχικά. Παράλληλα, θα ελεγχθούν για τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων όπως είναι για παράδειγμα η φοροδιαφυγή, με την απόκρυψη πρόσθετων εισοδημάτων και η παράλειψη καταβολής εισφορών στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Δυστυχώς, παρόμοια κρούσματα εντοπίζονται και στην Ελλάδα, καθώς δεν είναι λίγοι οι δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, που εργάζονται και ως προπονητές, χωρίς άδεια, αφήνοντας έτσι στην “άκρη” τους επαγγελματίες προπονητές, που κατέχουν όλα τα απαραίτητα διπλώματα, στερώντας τους την εργασία.

Σχόλια